Τετάρτη 6 Οκτωβρίου 2010

Θα γράψω κι εγώ κάτι για τα έντεχνα

Ο όρος έντεχνα που χρησιμοποιείται ευρέως για να χαρακτηρίσει μουσικές όπως οι Πυξ-Λαξ κι ο Κότσιρας, αποτελεί έναν παρωχημένο όρο που έχει υποπέσει σε άγρια κατάχρηση. Η βασική ιδιότητα του αυτοχαρακτηριζόμενου ος "έντεχνου" συνθέτη-τραγουδοποιού είναι η επιθυμία του να διαφοροποιηθεί από τους λαϊκούς-σκυλάδες συναδέλφους του αναγόμενος στην κατηγορία του ποιοτικού, σε αντίθεση με τους προαναφερθέντες λαϊκούς-σκυλάδες οι οποίοι θεωρητικά ανήκουν στην κατηγορία του εμπορικού.
Φυσικά ο όρος εμπορικός-ποιοτικός εξυπονοεί διαφορετικό επίπεδο δουλειάς για το κάθε τραγούδι, διαφορετικό επίπεδο κατανάλωσης. Δηλαδή θεωρητικά το εμπορικό τραγούδι θ' ακουστεί για ένα μικρό διάστημα και μετά θα ξεπεραστεί και θα έρθουν άλλα στη θέση του. Απεναντίας, το ποιοτικό τραγούδι -και θεωρητικά πάντα- θ' ακουστεί και θα ξανακουστεί και θα εκφράζει ανθρώπους και αυτοί οι άνθρωποι που θα εκφράζει θα το τραγουδάνε με συγκίνηση και για πολύ καιρό και θα αναπτύξουν μ' αυτό μία μακροχρόνια ερωτική σχέση.
Επομένως και αν δεχτούμε αυτά, καταλήγουμε ότι η ευθύνη του ποιοτικού καλλιτέχνη είναι μεγαλύτερη καθότι αυτός καλείται να εμπνεύσει τον κόσμο. Ο εμπορικός μπορεί να κάθεται και να βγάζει αδιάφορα τραγούδια ξέροντας ότι η στημένη και θεμελιωμένη βιομηχανία και η ζήτηση θα του προσφέρουν έσοδα.
Τώρα τί γίνεται στην πραγματικότητα. Οι λεγόμενοι ποιοτικοί, στην εγχώρια μουσική παραγωγή είναι κι αυτοί μεταξύ τους μιά συντεχνία που συνυπάρχει αρμονικά με την αντίστοιχη συντεχνία των εμπορικών. Για την ακρίβεια βρίσκονται σε πλήρη συνεννόηση. Κι αυτό διότι το ακροατήριο της μίας και της άλλης δεξαμενής είναι δύο όψεις του ίδιου ακροατηρίου. Χοντρικά, όταν κάποιος φεύγει από το μουσικό φανατισμό που περνούσε έφηβος και μπαίνοντας σε μία ζωή πιό ενήλικη αναζητάει και άλλες διεξόδους διότι συνειδητοποιεί πως για να ζήσεις καλά εκεί έξω πρέπει να είσαι διαλλακτικός και πάνω απ' όλα να μάθεις ν' απολαμβάνεις περισσότερα πράγματα. Έτσι οι μεν ποσοτικοί βάζουν νερό στο κρασί τους και ψάχνουν και λίγο αυτό που νομίζουν αντιπέρα όχθη (γιατί τους βαράει ο έρωτας στο κεφάλι και θέλουν να βρούν έναν "πιό λεπτό και καλόγουστο" τρόπο να τον εκφράσουν), απ' την άλλη οι ποιοτικοί ανακαλύπτουν την ηδονή που δίνει ένα τσιφτετέλι, ένα μπιτάκι ή μιά ζεμπεκιά ενίοτε, πόσο μάλλον βλέποντας ότι τραβάει και τα βλέμματα του αντίθετου φύλου.
Αλλά τέρμα η εισαγωγή διότι παρεκτράπηκα και ξέφυγα απ' αυτό που ήθελα να πώ. Αυτό που ήθελα εξ' αρχής να πώ και με ώθησε να ξαναεπισκεφτώ το ιστολόγιό μου είναι ότι το έντεχνο στην ουσία είναι ΑΤΕΧΝΟ. Μιλάμε για την πιό άτεχνη και τιποτένια μουσική. Δεν είναι καν μουσική. Είναι χιλιοτραγουδισμένες ρίμες σε χιλιοτραγουδισμένους δρόμους και χωρίς πάθος. Έχουν εξαντλήσει πλέον κάθε μέσο για να εκφράσουν πάντα ακριβώς το ίδιο συναίσθημα, το οποίο είναι ένας γλυκανάλατος ψευτο-έρωτας, αραιωμένος με μπόλικο χλιαρό νερό.
Δεν υπάρχει καμία ένταση σ' αυτή τη μουσική. Κι όταν λέω ένταση, μη φανταστείτε τίποτα thrashιές. Εννοώ την εσωτερική δυναμική που έχουν τα τραγούδια. Είναι αυτό που θα ακούσεις σ' ένα απαλό και γλυκό τραγουδάκι και θα σου τσακίσει τα κόκαλα (αν πρόσεχες το τραγούδι και κατάλαβες τον σεβντά του καλλιτέχνη, γιατί αν δεν πρόσεχες το τραγούδι και δεν κατάλαβες τον σεβντά του καλλιτέχνη είσαι βόδι και θα χαρώ να φάω τις μπριζόλες σου rare-medium rare). Το έντεχνο απλά εξαντλείται στο γλυκανάλατο σαλιάρικο στίχο που έχει πάντα να κάνε με ουΐσκι καφέ και τσιγάρο για να μή δείχνει τόσο γκέυ (διότι τα προαναφερθέντα είναι σύμβολα βαρβατίλας ως ένα επίπεδο).
Απ' την άλλη μεριά το σκυλάδικο είναι τέχνη. Είναι τέχνη βρώμικη, αισχρή και πουτάνα. Δεν έχει τίποτα να κάνει με υψηλή τέχνη και μαρμάρινα μνημεία. Είναι η απλή καθημερινή έκφραση όσων δεν ξέρουν να εκφράζονται κομψά. Είναι βουτηγμένο μεσ' τα αμάξια που θα 'θελαν να 'ναι μερσεντές, στις γκόμενες που θα 'θελαν να ΄χαν σώμα μοντέλου και να 'ναι ξανθιές, στους μεσήλικες που θα 'θελαν να 'ναι λεφτάδες και τους γύφτους που θα 'θελαν να ναι σταρ διεθνούς ακτινοβολίας. Είναι ένας κόσμος που λειτουργεί με μία σύμβαση. Θα κάνεις πως είσαι λεφτάς και πως με βρίσκεις όμορφη παραβλέποντας το μπουγατσομάχαιρο που έχω γαι μύτη και τον κώλο που σέρνεται στο πάτωμα κι εγώ θα κάνω πως μου αρέσει το πούρο η χρυσή αλυσίδα και η μερσεντέ 10ετίας και θα τη βρούμε μεταξύ μας. Θα χορέψουμε και θα πιούμε μέχρι να μή μείνει τίποτα και θα πετάξουμε λουλούδια στην πίστα γιατί έτσι μάθαμε απ' τους πατεράδες μας που το 'μαθαν απ' τον Ωνάση.
Αλλά όλο αυτό είναι τέχνη. Είναι τα πάθη τα οποία βγαίνουν στη φόρα και γίνονται τραγούδια. Είναι τραγούδια που μιλάνε για χωρισμό πίκρα πόνο και απογοήτευση και εκφράζουν κόσμο που νιώθει έτσι. (σε αντιδιαστολή με τα έντεχνα που όλη τους η ατμόσφαιρα είναι μισοερωτική και χλιαρή). Είναι μία μουσική με αρχίδια και γερά θεμέλια.
"Α, εγώ δεν μπορώ ν΄ακούσω τα σκυλάδικα, μου χαλάνε την αισθητική, μου τη σπάει η δηθενιά τους, είναι τόσο ψεύτικα, είναι τόσο απαίσια όλη αυτή η ατμόσφαιρα κλπ κλπ...." Καλά, κοίτα. Αν μαζί μ' αυτό έχεις και κάτι cool να μου δείξεις, να μου πείς "νά ρε, αυτό γουστάρω και μερακλώνω" τότε εντάξει. Αλλά αν είσαι μες την κλαψομουνίλα και πας και μου ακούς έντεχνο, τότε χέσε-γάμησε.
Και για να κλείνουμε. Δε μ' αρέσει η εμπορική πτέρυγα. Τα τραγούδια της τα σιχαίνομαι, η φτηνή ενορχήστρωση μου κάνει το παπάρι τσουρέκι κάθε φορά που τα ακούω. Το ίδιο όμως και τα έντεχνα. Τουλάχιστον τα σκυλάδικα παραδέχονται ότι γαβγίζουν και δεν επαίρονται γι' αυτό. Τα εντεχνάδικα πότε θα παραδεχτούν ότι νιαουρίζουν;

Παρακάτω ο συγγραφέας θεώρησε σκόπιμο να παρουσιάσει τις δικές του επιλογές προς γνώσι και συμμόρφωσι των πιό αρνητιστών αναγνωστών